Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου
ΤΑ
ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ. Ἀπευθυνθεῖτε
στό γιατρό σας. Συνάμα, ὅμως, καί πολύ περισσότερο, ἀπευθυνθεῖτε
μέ τήν προσευχή στόν Κύριο. Παρακαλέστε Τον νά φωτίσει τό γιατρό, ὥστε
νά δώσει στήν ἀδελφή σας τό κατάλληλο φάρμακο. Καί στίς πρεσβεῖες τῶν
ἁγίων νά καταφεύγετε καί ὅλα ὅσα κάνουν οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί σ’
αὐτές τίς περιπτώσεις νά κάνετε –μόνο τούς κομπογιαννίτες ν’ ἀποφεύγετε–,
γιατί δέν γνωρίζετε ποῦ εἶναι κρυμμένη καί ἀπό ποῦ θά ἔρθει ἡ θεία
βοήθεια. Ἴσως ὁ Θεός ν’ ἀφήσει ἰσόβια τήν ἀδελφή σας σ’ αὐτή τήν
κατάσταση, ἄν εἶναι πιό ὠφέλιμη γιά τήν ψυχή της. Ἄς τήν ὑπομείνει,
λοιπόν, σ’ ὅλη τήν ὑπόλοιπη ζωή της γιά χάρη τῆς σωτηρίας της. Ἴσως
πάλι ὁ Θεός νά παρατείνει τήν ἀρρώστια γιά ἕνα χρονικό διάστημα,
θέλοντας νά δοκιμάσει τήν πίστη τή δική της, τή δική σας καί τῶν γονιῶν
σας. Μόνο Ἐκεῖνος τά γνωρίζει ὅλα αὐτά. Ἡ ἀρρώστια δέν εἶναι ντροπή
οὔτε δεῖγμα ἀποδοκιμασίας τοῦ Θεοῦ. Ἀπεναντίας, καί ἐδῶ βρίσκεται
τό ἔλεός Του. Ὅ,τι προέρχεται ἤ παραχωρεῖται ἀπό τόν Θεό εἶναι ἔλεος
–ἀσθένεια, φτώχεια, συμφορά.
Ἄς προσεύχεται ἡ ἀδελφή σας ἐγκάρδια,
λέγοντας: «Κύριε, κάνε με καλά! Ἄς μή γίνει, ὅμως, τό δικό μου θέλημα,
ἀλλά τό δικό Σου. Δόξα σ᾽ Ἐσένα, Θεέ μου! Πιστεύω πώς ὅσο καλή εἶναι
ἡ ὑγεία, ἀλλά τόσο καί τούτη ἡ ἀρρώστια. Σ᾽ εὐγνωμονῶ γιά ὅλα,
πολυεύσπλαχνε Πλάστη μου!».
***
Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ.
(…). Ἀπό τό ἄλλο μέρος, μολονότι οἱ ἀσθένειες παραχωροῦνται ἀπό τό
Θεό, ἡ φροντίδα γιά τή θεραπεία δέν εἶναι ἁμαρτία. Γιατί τόσο ἡ ἰατρική
ἐπιστήμη ὅσο καί τά φάρμακα εἶναι δῶρα κι αὐτά τοῦ Θεοῦ στό ἀνθρώπινο
γένος. Καταφεύγοντας, λοιπόν, στούς γιατρούς, πάλι στό Θεό καταφεύγουμε.
Μέσ’ ἀπό τήν ἀρρώστια ἄς μαθαίνουμε
καί ἄς ἀποκτοῦμε τήν ταπείνωση, τήν ὑπομονή, τή γενναιοψυχία, τό
αἴσθημα τῆς εὐγνωμοσύνης πρός τό Θεό. Ἀνθρώπινη, βέβαια, εἶναι ἡ ἀνυπομονησία,
ἡ λιποψυχία. Μόλις, ὅμως, ἐμφανιστεῖ, πρέπει νά τή διώχνουμε. Ὅλες
οἱ δύσκολες καταστάσεις ἔχουν ἕνα βάρος, αὐτό πού πρέπει νά σηκώσουμε,
αὐτό πού πρέπει νά ὑπομείνουμε. Χωρίς βάρος, δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε
γιά ὑπομονή. Πάντως, ἡ ἐπιθυμία ἀπαλλαγῆς ἀπό τό βάρος δέν εἶναι
ἐφάμαρτη. Εἶναι φυσική ἀνάγκη τῆς ψυχῆς. Ἁμαρτία διαπράττουμε, ὅταν,
ἀπό τή φυσική αὐτή ἀνάγκη, ὁδηγούμαστε στήν ἀδημονία καί τό
γογγυσμό. Ἄν νιώσεις μέσα σου κάτι τέτοιο, ἀπομάκρυνέ το ἀμέσως,
εὐχαριστώντας τό Θεό.
***
Ἄν ἀρρωστήσατε ἀπό ὑπαιτιότητά
σας, μετανοῆστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ζητῆστε Του συγχώρηση, ἐπειδή
δέν φυλάξατε τό δῶρο τῆς ὑγείας, τό δῶρο πού Ἐκεῖνος σᾶς πρόσφερε. Ἄν
πάλι ἡ ἀρρώστια σας παραχωρήθηκε ἀπό τόν Κύριο –γιατί τυχαῖα τίποτα
δέν γίνεται–, εὐχαριστῆστε Τον ἐγκάρδια. Καί ἡ ἀρρώστια, βλέπετε,
εἶναι θεῖο δῶρο, γιατί ταπεινώνει, μαλακώνει τήν ψυχή καί τήν ἀπαλλάσσει
ἀπό τίς πολλές μέριμνες.
***
ΠΩΣ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ, ΟΤΑΝ ΕΙΜΑΣΤΕ
ΑΡΡΩΣΤΟΙ;
Δέν ἁμαρτάνουμε, ὅταν ζητᾶμε ἀπό
τόν Θεό νά μᾶς θεραπεύσει. Κάθε φορά πού τό ζητᾶμε, ὅμως, ἄς προσθέτουμε
καί τή φράση: «ἄν εἶναι θέλημά Σου, Κύριε!». Ὅταν ὑποτασσόμαστε ὁλοκληρωτικά
στό θεῖο θέλημα καί δεχόμαστε τό καθετί ὡς θεία εὐεργεσία, τότε
καί ἡ ψυχή μας παραμένει εἰρηνική καί ὁ Θεός γίνεται πιό ἐλεητικός
ἀπέναντί μας. Ἔτσι μᾶς χαρίζει εἴτε τήν ὑγεία εἴτε, τουλάχιστον,
παρηγοριά καί παράκληση μέσα στόν πόνο.
***
ΓΙΑΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΤΑΣΗ
ΜΙΑΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ;
Ὁ Κύριος ἀφήνει μιάν ἀρρώστια νά
παρατείνεται, ὅταν βλέπει ὅτι αὐτή συμβάλλει περισσότερο ἀπό τήν
ὑγεία στή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
(Ἀπό τό βιβλίο «Χειραγωγία στήν
πνευματική ζωή», σελ. 25-31, ἔκδ. Ἱ.Μονῆς Παρακλήτου).