Πηγή: Identità.com.
Μετάφραση & σχολιασμός: Ελευθέριος Αναστασιάδης
Ο Peter Hitchens, πρώην οπαδός
της ριζοσπαστικής αριστεράς, μέλος των Τροτσκιστικών σοσιαλιστών από το
1969 έως το 1975, σήμερα γνωστός δημοσιογράφος, έχοντας μετανιώσει για το
παρελθόν του, γράφει στην Mail on Sunday την ομολογία του και ταυτόχρονα καταγγέλλει:
“Πως εγώ είμαι εν μέρει υπεύθυνος για την μαζική μετανάστευση.”
Όταν ήμουν ένας μαρξιστής
επαναστάτης, είμασταν όλοι υπέρ της όσο δυνατόν μεγαλύτερης μετανάστευσης. Όχι
γιατί μας άρεσαν οι μετανάστες, αλλά γιατί δεν μας άρεσε το πως ήταν η
Βρετανική κοινωνία. Είδαμε τους μετανάστες -από οποιοδήποτε μέρος- ως συμμάχους
ενάντια στην συντηρητική κοινωνία που ήταν ακόμη η χώρα μας στα τέλη της
δεκαετίας του ’60. Θέλαμε να τους χρησιμοποιήσουμε σαν λοστό. Επίσης, μας άρεσε
να αισθανόμαστε ”ανώτεροι” από τους κοινούς ανθρώπους – συνήθως των πιο
φτωχών ζωνών της Μ. Βρετανίας- που είδαν τις συνοικίες τους να μεταμορφώνονται
ξαφνικά σε δήθεν ”σφύζουσες κοινότητες”. Εάν είχαν το κουράγιο να εκφράσουν
τις πιο ήπιες αντιρρήσεις, αμέσως τους κατηγορούσαμε για ”ρατσισμό”. Ήταν
εύκολο.
Εμείς οι
επαναστάτες φοιτητές, δεν ζούσαμε σε τέτοιες πολυεθνικές περιοχές, αλλά
προερχόμασταν, από όσο μπόρεσα να διαπιστώσο, ως επί το πλείστον από τις
πλούσιες ζώνες και τα πιο όμορφα μέρη του Λονδίνου. Όμως εμείς το κάναμε σαν
περιπλανώμενοι χωρίς ευθύνες και πρόσκαιρα, δεν είχαμε παιδιά. Μπορούσαμε να
ζούμε σε ”μέρη που έσφυζαν” για μερικά (συνήθως άθλια) χρόνια, στην μέση της
σήψης και των υπερχειλισμένων κάδων. Όχι όπως οι ιδιοκτήτες των κατοικιών, ή
όπως οι γονείς των παιδιών σε σχολική ηλικία, ή όπως οι ηλικιωμένοι που
ελπίζουν σε λίγη γαλήνη στο τέλος της ζωής τους.
Όταν αποφοιτήσαμε από το
πανεπιστήμιο και αρχίσαμε να κερδίζουμε σοβαρά χρήματα, γενικά κατευθυνθήκαμε
προς τις ακριβές περιοχές του Λονδίνου και γίναμε πολύ απαιτητικοί όσον
αφορά που και με ποιόν τα παιδιά μας πήγαιναν σχολείο, μία επιλογή που
αρνηθήκαμε στους φτωχούς της πόλης, εκείνους που χλευάζαμε ως
”ρατσιστές”.
Ενδιαφερθήκαμε και φροντίσαμε για την
μεγάλη σιωπηλή επανάσταση που ήδη τότε άρχιζε να μεταμορφώνει την ζωή των
φτωχών άγγλων; Όχι, για εμάς σήμαινε ότι ο πατριωτισμός και η παράδοση
μπορούσαν πάντα να χλευάζονται ως ρατσισμός. Σήμαινε επίσης, δούλους με
χαμηλό κόστος για τους πλούσιους της νέας προνομιούχας μεσαίας τάξης, για πρώτη
φορά από το 1939, όπως και φθηνά εστιατόρια και- στη συνέχεια φθηνούς
κατασκευαστές και υδραυλικούς που έκαναν μαύρη εργασία.
Δεν ήταν οι δικοί μας μισθοί που
μειώθηκαν από την μετανάστευση, ή το επάγγελμα μας που κατέληγε εκτός αγοράς.
Οι μετανάστες δεν έκαναν –και δεν κάνουν- το είδος της εργασίας που κάναμε
εμείς. Δεν ήταν μία απειλή για εμάς, αλλά για τον απλό κόσμο. Η μόνη απειλή
για εμάς, μπορούσε να έλθει από αυτούς που είχαν υποστεί βλάβη, από τον
Βρετανικό λαό, αλλά μπορούσαμε πάντα να καταπνίγουμε τις διαμαρτυρίες του,
φωνάζοντας ότι είναι ”σύγχρονοι φασίστες”.
Έμαθα από αυτό, τι υποκριτής σνομπ και
αλαζόνας ήμουν (και το ίδιο ήταν το μεγαλύτερο μέρος των επαναστατών συντρόφων
μου). Είδα μέρη που γνώριζα και στα οποία αισθανόμουν σαν στο σπίτι μου,
εντελώς αλλαγμένα μέσα σε λίγα χρόνια. Φαντάστηκα πως θα ήταν, να είχα
μεγαλώσει σε μία από εκείνες τις περιοχές, μπλοκαρισμένος σε μία ελεεινή
συνοικία όπως ένας οποιοσδήποτε Άγγλος, ανάμεσα σε στενά δρομάκια όπου οι
γείτονες μου μιλούσαν μία διαφορετική γλώσσα.
Και λίγο λίγο άρχισα να γίνομαι
μοναχικός, ένας ανασφαλής ξένος σε ένα κόσμο που γνώριζα, αλλά που δεν
αναγνώριζα πια. Ένοιωσα βαθιά, απελπισμένα λυπημένος για εκείνα που έκανα
και γιατί δεν είπα τίποτα προς υπεράσπιση εκείνων των οποίων οι ζωές
αναστατώθηκαν, χωρίς να τους έχει ζητηθεί ποτέ η άδεια, και που
προειδοποιήθηκαν πολύ ξεκάθαρα ότι, εάν διαμαρτύρονταν, θα τους περιφρονούσαν
και θα τους περιθωριοποιούσαν. Θα τους αποκαλούσαν ”ρατσιστές”.
Σχόλιο: Μοιάζει με την Ελλάδα του σήμερα,
όπου εάν διαμαρτυρηθείς είσαι ρατσιστής. Όπου ή είσαι υπέρ της πολυεθνικής
κοινωνίας, ή διαφορετικά είσαι εκτός παιχνιδιού, είσαι χωρίς φωνή : γιατί ποιός
και πότε μιλά το ελέγχουν εκείνοι.
Τουλάχιστον ο Peter Hitchens ζήτησε ταπεινά συγγνώμη. Οι εγχώριοι εθνομηδενιστές
του πολιτικού κατεστημένου και λοιποί κατεργαρέοι, όχι μόνον δεν ζήτησαν
συγγνώμη, αλλά μας βρίζουν και από πάνω.
Όμως, δεν ξέρω ποιοι τελικά ευθύνονται, εκείνοι ή αυτοί που τους ψηφίζουν;
ΠΗΓΗ Θεόδοτος amethystosbooks