Η
Αγία Σοφία ήταν μόνο η αρχή. Καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν πλησιάζει τα 20 χρόνια στην
ηγεσία της Τουρκίας, αισθάνεται αρκετά σταθερός και σίγουρος για να μην
καθυστερεί άλλο τα νεο-οθωμανικά του σχέδια.
Θέλει
στα πρότυπα των παλαιών σουλτάνων να δημιουργήσει νέο χαλιφάτο και να προβάλει
εαυτόν σαν τον «τοποτηρητή του Προφήτη». Για αυτό και προχωρά στη
βεβήλωση και άλλων χριστιανικών μνημείων της Κωνσταντινούπολης, την οποία
-όπως εγκαίρως έχει γράψει η «Εστία»- θέλει να καταστήσει ισλαμικό κέντρο.
Η
απόφαση του τουρκικού Συμβουλίου Επικρατείας του αφήνει όλα τα περιθώρια,
καθώς δεν αφορά μόνον στην Αγία Σοφία… Η απόφαση δίνει στον Ερντογάν την
δυνατότητα, με ένα διάταγμα, να κάνει τζαμί κάθε μνημείο, διαγράφοντας
το βυζαντινό παρελθόν και εξαλείφοντας κάθε ελληνικό απομεινάρι στην Πόλη.
Η
ιστορική Μονή της Χώρας θα ακολουθήσει πολύ σύντομα.
Τα περίφημα ψηφιδωτά της θα καλυφθούν και αυτά. Προσβάλλουν τα πρωτόγονα
ένστικτα των πιστών της μουσουλμανικής θρησκείας. Η Μονή της Χώρας,
υπήρξε γνωστό ελληνικό χριστιανικό μοναστήρι της Κωνσταντινούπολης.
Κτίστηκε αρχικά ως τμήμα μοναστηριακού συγκροτήματος έξω από τα τείχη της
Πόλης, στα νότια του Κερατίου Κόλπου. Η πλήρης ονομασία της είναι
«Εκκλησία του Αγίου Σωτήρος εν τη Χώρα», όπου το «εν τη χώρα»
σημαίνει ότι είναι εκτός των τειχών της Πόλεως. Ήταν βεβαίως εκτός των παλαιών
τειχών της Κωνσταντινούπολης.
Μετά
την άλωση, ο Μωάμεθ, επιδεικνύοντας την ίδια ισλαμική μονομανία που έχει σήμερα
ο Ερντογάν, έκανε και την Μονή της Χώρας τζαμί. Όπως
τζαμιά έκανε όλους τους χριστιανικούς ναούς που δεν κατεδάφισε το ισλαμικό
μένος. Την ονόμασε Καριγιέ τζαμί. Ασβέστης και γύψος ήλθαν να
καλύψουν τα ψηφιδωτά που οι Αυτοκράτορες, της δυναστείας των Κομνηνών κυρίως,
φρόντισαν να φιλοτεχνηθούν, ως έργα αιωνίου σεβασμού προς την Θεότητα.
Όπως
και η Αγία Σοφία, κατά την δεκαετία του 1930, ήταν από τους παλαιούς
βυζαντινούς χώρους λατρείας που έγιναν μουσεία. Τα περίφημα ψηφιδωτά
άρχισαν να αποκαλύπτονται.
Τώρα
οι νέο-οθωμανοί είναι έτοιμοι να τα καλύψουν και πάλι. Ο Ερντογάν, με την
υπογραφή του σχετικού διατάγματος θα σημάνει την έναρξη της νέας
βεβήλωσης.
Αυτός
ο Ερντογάν την ίδια στιγμή, ρίχνει «στάχτη στα μάτια» της Δύσης και τα
δικά μας, αναγγέλλοντας ότι θα γίνει τον Δεκαπενταύγουστο η Θεία
Λειτουργία στην Παναγία Σουμελά, στον Πόντο. Ανταλλάσσει με μία ημέρα
χριστιανικής λατρείας, την καταστροφή και την βεβήλωση ναών και μοναστηριών.
Γιατί
η Μονή της Χώρας δεν θα είναι η τελευταία. Όπως η Αγία Σοφία ήταν απλώς η
πρώτη. Έχει όμως ιδιαίτερη σημασία το γεγονός,
ότι ο Ερντογάν επέλεξε για την απατηλή του κίνηση «καλής
θέλησης» την Παναγία Σουμελά και όχι μια εκκλησία της Πόλης.
Γιατί
την Κωνσταντινούπολη θέλει να κάνει κέντρο του ισλάμ και από αυτήν θέλει να
εξαλείψει το χριστιανικό παρελθόν. Η διατήρηση κάποιων
αναμνήσεων στα βάθη της Μικράς Ασίας δεν επηρεάζει τα σχέδιά του. Αν και
υπήρξαν στο περιβάλλον του φωνές -προφανώς κατευθυνόμενες- που ήθελαν την
Παναγία Σουμελά «μεντρεσέ», ισλαμικό ιεροδιδασκαλείο.
Στο
σημείο αυτό, θεωρούμε επιβεβλημένη μια παρατήρηση. Υπήρξαν πολλοί που μίλησαν
για τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Επέκριναν ενίοτε και σε βαθμό
απρεπείας την σιωπή του για την Αγία Σοφία και την ταχύτητα με την οποία
αποδέχθηκε την άδεια για την λειτουργία στην Παναγία Σουμελά. Προφανώς όλοι
αυτοί οι επικριτές δεν έχουν συναίσθηση του γεγονότος ότι το
Πατριαρχείο τελεί σε ομηρεία και ο ίδιος ο Πατριάρχης σε καθεστώς
αιχμαλωσίας. Και μάλιστα υπό την μπότα των βαρβάρων Τούρκων.
Τι
περιθώρια κινήσεων και δηλώσεων έχει άραγε; Όσα είχε και
ο εθνομάρτυρας Γρηγόριος Ε’ τον οποίο λίντσαρε ο τουρκικός
όχλος. Και ο οποίος είχε αφορίσει την επανάσταση του 1821, σε μια
προσπάθεια να προστατεύσει τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης από την μανία του
σουλτάνου. Και όμως η κλήρος ήταν, που κατ’ εντολή του Γρηγορίου Ε’,
υπέθαλψε την επανάσταση με τους μοναχούς να γίνονται οι αγγελιαφόροι των
Φιλικών και τους ιερείς να κάνουν λάβαρα τα εξαπτέρυγα και να ευλογούν
τα ελληνικά όπλα σε κάθε πόλη και σε κάθε χωριό. Ας μην τα ξεχνάμε αυτά
όταν η γλώσσα ορισμένων προτρέχει της διανοίας στην κριτική που ασκούν στον
Πατριάρχη.
Πηγή:
«ΕΣΤΙΑ»