Ήταν
ημέρα Κυριακή.
Ένας επίσκοπος επισκέφθηκε με τη συνοδεία του κάποιο χωριό της επαρχίας του.
Έκεί αναζήτησε τον εφημέριο και του ζήτησε νά τελέσει τη θεία μυσταγωγία.
Ο
ιερέας ήταν ένας απλός και αγράμματος χωρικός. Από τη στιγμή όμως πού στάθηκε
μπροστά στην Αγία Τράπεζα, τον κύκλωσαν πύρινες φλόγες χωρίς όμως νά τον καίνε!
Έκπληκτος από το θέαμα ο επίσκοπος τον καλεί μετά τη λειτουργία και του λέει:
«Ευλόγησε με, άξιε δούλε του Θεού! »
Ο
εφημέριος σάστισε.
«Πώς είναι δυνατόν νά ευλογηθεί ο επίσκοπος από τον ιερέα; » ρώτησε.
Δεν είμαι άξιος νά ευλογήσω ιερέα, πού προσκομίζει στο Θεό τα τίμια Δώρα
«φλεγόμενος» από υπερφυσικό πυρ «και μη καταφλεγόμενος».
Όπως
λέει ο άγιος απόστολος, «το έλαττον ύπό του κρείττονος ευλογείται».
«Είναι ποτέ δυνατόν, απάντησε ταπεινά ο πρεσβύτερος, νά τελεί τα φρικτά
μυστήρια ο κληρικός, χωρίς νά περιβάλλεται από θεϊκή φωτιά; ».
Ο επίσκοπος θαύμασε την ψυχική καθαρότητα του ιερέα και την ανεπιτήδευτη
συμπεριφορά του, και αναχώρησε ωφελημένος.