Θυμάμαι
μια ζωή τη μάνα μου που έλεγε
“Παιδιά μου, εμείς να ξέρετε, πιστεύουμε στο Θεό του τσίμα-τσίμα…
Μας αφήνει να παλεύουμε ο Θεός,
μας αφήνει να φτάνουμε στο τέρμα μας
και όταν πια κάθε τι ανθρώπινο είναι πλέον ανώφελο,
εκεί που φτάνουμε πια στα όριά μας,
στο τσίμα-τσίμα, με κάποιον τρόπο μυστικό, πάντοτε επεμβαίνει.
μια ζωή τη μάνα μου που έλεγε
“Παιδιά μου, εμείς να ξέρετε, πιστεύουμε στο Θεό του τσίμα-τσίμα…
Μας αφήνει να παλεύουμε ο Θεός,
μας αφήνει να φτάνουμε στο τέρμα μας
και όταν πια κάθε τι ανθρώπινο είναι πλέον ανώφελο,
εκεί που φτάνουμε πια στα όριά μας,
στο τσίμα-τσίμα, με κάποιον τρόπο μυστικό, πάντοτε επεμβαίνει.
Σαν έναν πατέρα που παρακολουθεί το μικρό του το παιδί
να προσπαθεί να σκαρφαλώσει σε ένα δέντρο.
Το επιβλέπει με χέρια απλωμένα μην πέσει και χτυπήσει,
αλλά το αφήνει να προσπαθεί να σκαρφαλώσει μόνο του…
Δεν το ανεβάζει ο ίδιος εξαρχής…”
Και θα μου πεις “Γιατί να πρέπει να είναι έτσι;
Γιατί να πρέπει να φτάνουμε στα όριά την κάθε τη φορά;”
Τι να σου πω; Δεν ξέρω!
Ίσως, αν ήτανε αλλιώς τα πράγματα,
κανένας μας να μην είχε μάθει στη ζωή, να πατά γερά στα πόδια του.
Ίσως, κανένας μας, να μην είχε μάθει ποτέ να σκαρφαλώνει…
Ελευθεριάδης Γ. Ελευθέριος
Ψυχολόγος Μ.Sc.